Συνέντευξη με τον Λογοτέχνη Ανδρέα Φουσκαρίνη - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ - Περιοδικό Κέφαλος

Το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς.


ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

Συνέντευξη με τον Λογοτέχνη Ανδρέα Φουσκαρίνη - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ




Ο «ΚΕΦΑΛΟΣ - Το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς» έχει ξεκινήση μία νέα δράση με τίτλο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ» και προσκαλεί όλους τους Λογοτέχνες, Ποιητές και Συγγραφείς να συμμετάσχουν σ' αυτήν (ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ). Σκοπός της εν λόγω δράσης είναι η προβολή μέσω αφιερωμάτων και συνεντεύξεων των σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών, Ποιητών και Συγγραφέων, είτε έχουν εκδώσει κάποιο βιβλίο είτε όχι και η δημιουργία του πρώτου τόμου της «Ηλεκτρονικής Εγκυκλοπαίδειας των Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών», η οποία θα συσταθεί σε μία ανεξάρτητη ιστοσελίδα με τη μορφή ηλεκτρονικών τόμων και την έκδοση δωρεάν e-book.

Στη σημερινή μας παρουσίαση στα πλαίσια της δράσης: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ», θα σας παρουσιάσουμε τον Λογοτέχνη, Ανδρέα Φουσκαρίνη, ο οποίος συμμετέχει στην «Εγκυκλοπαίδεια Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών» και απάντησε στις ερωτήσεις του Δημοσιογράφου, Λογοτέχνη και Εκδότη του Περιοδικού Κέφαλος, κ. Πλούταρχου Πάστρα, για το λογοτεχνικό του έργο, τα βιβλία και τη λογοτεχνία. 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΦΟΥΣΚΑΡΙΝΗ


1. Αν έπρεπε να δώσετε έναν ορισμό για τη λογοτεχνία, ποιος θα ήταν αυτός; Τι μπορεί να προσφέρει η Λογοτεχνία στο σύγχρονο άνθρωπο;

Στην Τέχνη, συνεπώς και στην Τέχνη του Λόγου, υπάρχουν κανόνες, αλλά η πιστή, η αυστηρή εφαρμογή τους, εννοώ η λογική, η γραμματική και συντακτική, δεν είναι πάντα απαραίτητη. Στην πραγματικότητα η Τέχνη υπάρχει μόνο τότε που θα εμφανιστεί η ανατροπή ή η υπέρβαση των κανόνων. Και δεν αναφέρομαι φυσικά μόνο στο μοντερνισμό του 20ου αιώνα, αφού η Τέχνη πάντα λειτουργούσε με αυτό τον τρόπο σε όλες τις εποχές, ακόμη και στην πρωτόγονη, όταν οι άνθρωποι δεν είχαν συνειδητοποιήσει ακόμη, θέλω να το πιστεύω αυτό, τι κάνουν ακριβώς με αυτήν. Αν ήταν το ίδιο δηλαδή οι μάγοι της φυλής και οι καλλιτέχνες, αν πίστευαν ότι νικούσαν με αυτό τον τρόπο το θήραμα, αν έδιωχναν από μέσα τους και από το περιβάλλον τους, φόβους και φοβίες, αντιλήψεις και πίστεις παγιωμένες ή μη. Η Γραμματική και οι κανόνες της είναι απαραίτητη για να μιλάμε στις καθημερινές συναντήσεις μας, να επικοινωνούμε κ.τ.λ., όταν όμως γίνει υπέρβαση ή ανατροπή τότε έχουμε μπροστά μας την Τέχνη του Λόγου, τη Λογοτεχνία δηλαδή που σου αποκαλύπτει, αν ψάξεις με προσοχή και ενδιαφέρουν, ό,τι αρνείται πεισματικά να αποκαλυφθεί που διαφορετικά θα έμενε για πάντα κρυφό, θαμμένο στην καλά φυλαγμένη κρύπτη του στο μέσα κόσμο του ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλες θρησκευτικές «αλήθειες», πώς αλλιώς να τις πω, χρειάστηκαν την ποίηση για να γίνουν βίωμα των πιστών τους, όπως αυτές που περιλαμβάνονται στην «Αποκάλυψη» του Ιωάννη, στον Όμηρο, στο έπος του Γκιλγκάμες και αλλού. Η Λογοτεχνία λοιπόν σου αποκαλύπτει πολλά μυστικά της ζωής, για την ακρίβεια σου γνωρίζει καλύτερα τη ζωή, όλες τις μυστικές πτυχές της, σε αναγκάζει με τον τρόπο της να σκάψεις βαθιά μέσα σου και γύρω σου και να φέρεις στην επιφάνεια, σε κοινή θέα δηλαδή, πανάκριβα κοιτάσματα που μέχρι τότε δεν ήξερες ότι υπήρχαν, ίσως το υποψιαζόσουν, αλλά δεν το ήξερες. Εντέλει σε κάνει και καλύτερο ως άνθρωπο και συνεπώς έχει ταυτόχρονα και μια χροιά ηθική, με τη φιλοσοφική σημασία της λέξης, κοινωνική, πολιτική και όχι μόνο αισθητική. Υπηρετεί λοιπόν η Τέχνη του Λόγου την ομορφιά αλλά και το καλό, την κοινωνία και τη ζωή, αλλά πόσοι το αντιλαμβάνονται αυτό; Είναι με άλλα λόγια και μία άσκηση αυτογνωσίας που δεν υποκαθιστά όμως ποτέ την ψυχανάλυση ή άλλες «σκαπτικές» επιστήμες ή δραστηριότητες, γιατί προηγείται όλων αυτών. Υπάρχει από την πρώτη στιγμή της ζωής του ανθρώπου πάνω σε αυτόν τον πλανήτη και θα εξακολουθήσει να υπάρχει μέχρι το τέλος του.

2. Η ποίηση στις ημέρες μας δεν έχει τη θέση που κατείχε παλαιότερα. Για ποιο λόγο πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό και πως θεωρείτε ότι θα είναι το μέλλον της;

Τι εννοείται ότι δεν έχει τη θέση που κατείχε παλιότερα και πότε; Πότε είχε πράγματι τον πρώτο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων; Νομίζω ποτέ. Σε κάποιες εποχές, ίσως, όταν οι ανάγκες το απαιτούσαν σε κάποιο τόπο, όπως στην Αθήνα του 6ου αιώνα π. Χ. όταν η γλώσσα της ποίησης χρησιμοποιήθηκε από τον Σόλωνα για να εκφράσει τη νομοθεσία και την πολιτική που ήθελε να εφαρμόσει στην πατρίδα του, ή σε ορισμένες άλλες κοινωνικές εκφάνσεις της ζωής, όπως στη λατρεία στα χρόνια του Βυζαντίου. Στην εποχή μας, με το τέλος του 19ου αιώνα, ο κόσμος, επηρεασμένος από την αλματώδη ανάπτυξη της επιστήμης, της τεχνολογίας και της λογικής, άρχισε να αδιαφορεί όλο και περισσότερο για τη Λογοτεχνία, και ίσως έχετε δίκιο σ’ αυτό, ενώ για άλλες τέχνες, ας πούμε τη ζωγραφική ή τη γλυπτική που έδειξε κάποιο ενδιαφέρον, αυτό ήταν ψεύτικο και περιορισμένο και απέβλεπε κυρίως στη μετατροπή τους σε διακοσμητικές τέχνες, σε εικόνες που να συμφωνούν με τα χρώματα του σαλονιού για το σπίτι, ή τα κτίρια που βρίσκονταν στις πλατείες των πόλεων και πάντοτε για έναν ειδικό σκοπό, ως μνημεία δηλαδή. Παρά ταύτα όμως και μεγάλη, σπουδαία τέχνη συνεχίζεται να γίνεται και εξίσου σπουδαία λογοτεχνία να γράφεται, ίσως γιατί καλύπτει κάποιες ενδόμυχες ανάγκες των κοινωνιών και κάποιων από τους ανθρώπους που τις συναπαρτίζουν. Η Λογοτεχνία λοιπόν, γράφεται, δυστυχώς ή ευτυχώς δεν ξέρω να πω, για λίγους καλούς φίλους και γνωστούς, κατά προτίμηση ομότεχνους, με τους οποίους συνηθίζουμε, ή επιθυμούμε να επικοινωνούμε καθημερινά και η τέχνη είναι σαφώς το πλέον πρόσφορο μέσο. Γι’ αυτό το λόγο μεγάλη η αξία της και η αδιαφορία του πλήθους το ελάχιστο κακό.

3. Και τώρα μία δύσκολη ερώτηση. Τι σημαίνει για σας ποίηση;

Νομίζω ότι κατά κάποιο τρόπο απάντησα στο συγκεκριμένο ερώτημα. Θα ήθελα να προσθέσω μόνο μερικές σκέψεις ακόμη: Η ποίηση είναι η λειτουργία εκείνη του ανθρώπου που αντιμάχεται και αντιπαλεύει, με γνώση και αίσθημα, όπως θα έλεγε ο Σολωμός, με υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση, με ελεύθερη βούληση και άρνηση κάθε έννοιας υποταγής και υποδούλωσης, την καθημερινή φθορά και το αναπόφευκτο του θανάτου σε μια απέλπιδα και μάταιη, θα έλεγα, προσπάθεια για την κατάκτηση, το άγγιγμα καλύτερα με την υστεροφημία της αιωνιότητας και της αθανασίας. Αυτή δεν ήταν άλλωστε και η προσπάθεια του πρωτόγονου ανθρώπου, να υπερβεί με κάποιο τρόπο τον εαυτόν του και να νικήσει, πράγμα αδύνατο βέβαια, την ακαταμάχητα θεοποιημένη εχθρική πραγματικότητα που τον περιέβαλλε, με το λόγο, το χρώμα ή τα λοιπά όπλα που άρχισε να κατασκευάζει με τα χέρια του, ώστε στο τέλος να επιβιώσει μέσα σ’ αυτό το άξενο και πολλαπλώς εχθρικό περιβάλλον στο οποίο κατοικούσε. Η ποίηση λοιπόν, βαδίζοντας μέσα στο χάος και την αρρυθμία που περιβάλλει τη ζωή μας και τον κόσμο μας, απαιτεί αδιαλλαξία, ανεξαρτησία, αντιδουλικότητα και μισεί θανάσιμα κάθε είδους δέσμευση ή υποδούλωση. Απαιτεί, με απλά λόγια, ελεύθερο πνεύμα και αποφυγή κάθε είδους δέσμευση από παράγοντες που βρίσκονται έξω από αυτήν και μπορούν, με κάποιο τρόπο, να την επηρεάζουν. Με αυτό το ελεύθερο πνεύμα πολεμάει καθημερινά τις αντιξοότητες ο ποιητής και αποφεύγει προσεκτικά τις παγίδες που του στήνει η εξουσία και η ανάγκη του για την επιβίωση. Αν δεν το κάνει αυτό ο ποιητής, ε τότε θα καταντήσει να γίνει κάποια στιγμή ένας ακόμη Πτωχοπρόδρομος. Από αυτό τον προφυλάσσει μια μαχητική και ανυπότακτη διάθεση για αγώνα και τυφλή πίστη στις απελευθερωτικές δυνάμεις του ανθρώπου και το δίκαιο μέλλον του. Και μη θεωρήσετε πως αυτό αποτελεί κάποιου είδους αντίφαση.

4. Πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη του λόγου και ποιος ήταν ο λόγος που σας παρότρυνε;

Από τα παιδικά μου χρόνια, για την ακρίβεια από τα πρώτα χρόνια της γυμνασιακής μου ζωής, όταν γνώρισα για πρώτη φορά τη Λογοτεχνία. Το κίνητρο μου το έδωσαν σπουδαίοι συγγραφείς που έτυχε να διαβάσω τότε, όπως ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και κάπως αργότερα ο Νίκος Καζαντζάκης. Μάλιστα, μαθητής ακόμη, δεν θυμάμαι ακριβώς σε ποια τάξη, είχα κατορθώσει να γράψω μία τραγωδία με θέμα τον Αθανάσιο Διάκο κι ένα μυθιστόρημα για τους αγώνες των κολλήγων εναντίον των γαιοκτημόνων, επηρεασμένος, δεν ξέρω κι εγώ από ποιον συγγραφέα, από τα οποία δεν διασώθηκε ούτε μία γραμμή γιατί όταν ένιωσα ότι ωρίμαζα τα κατέστρεψα πλήρως. Ευτυχώς βέβαια γιατί σήμερα θα φαινόταν περίτρανα ότι μεγαλύτερη ήταν η μίμηση κάποιων άλλων έργων και οι αχώνευτες επιδράσεις που προέρχονταν από αυτά παρά η δική μου πρωτότυπη συμμετοχή.

5. Γιατί γράφετε;

Για όσα είπα πιο πάνω και για άλλα που δεν είπα ακόμη μια και ο χώρος και ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου είναι αρκετά περιορισμένος. Νομίζω πως είναι μια μεγάλη ανάγκη εσωτερική που με ωθεί καθημερινά να σκύψω πάνω στο χαρτί, και τώρα, λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, στην οθόνη του υπολογιστή, και στην οποία ανάγκη καταλαβαίνω ότι δε μπορώ να αντισταθώ, και δεν το επιθυμώ άλλωστε. Πρωτίστως, θα έλεγα ακόμη, για να κοινοποιήσω τις ευαισθησίες μου, τις σκέψεις μου, τις απόψεις μου, τις ιστορίες που πλάθω ή βρίσκω έτοιμες από την ιστορία ή τη ζωή και κυρίως για να επικοινωνήσω με καλούς και αγαπημένους φίλους και των δύο φίλων που έχουμε κοινές αγάπες, αντιλήψεις, ιδέες, προτιμήσεις ή δεν ξέρω τι άλλο ακόμη.

6. Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας; 

Η κοινωνία και η ιστορία. Γενικά η ανθρώπινη ζωή, ο άνθρωπος και οι αντιφάσεις του και ακόμη η καθημερινότητα και ενίοτε η εξουσία και τα όργανά της. Οι καθημερινές μικρές μάχες των ανθρώπων να υπερβούν τις δυσκολίες που βρίσκουν πάντοτε μπροστά τους και να αντισταθούν με επιτυχία σε κάθε μορφή καταπίεσης που αντιμετωπίζουν απ’ όπου κι αν προέρχεται αυτή, πνευματική, υλική, ερωτική, σεξουαλική, ιδεολογική ή ό,τι άλλο και πάντα με μια δόση χιούμορ και ειρωνείας, όπλα ακαταμάχητα και ενδιαφέροντα για την περίσταση.

7. Με ποιο λογοτεχνικό είδος ασχολείστε περισσότερο;

Τώρα που έχω ωριμάσει πια, που έχω κατασταλάξει κάπως και ξέρω τι θέλω από εμένα και τη Λογοτεχνία, ασχολούμαι με λιγότερα αντικείμενα και είδη: ποίηση, πεζογραφία (διήγημα και μυθιστόρημα, παλιότερα και χρονογράφημα και σχόλια σε εφημερίδες και περιοδικά) και λογοτεχνική κριτική και βιβλιοκριτική, όποτε έχω χώρο για δημοσίευση. Τώρα το κάνω και στο Facebook, όπου μπορούν να σε διαβάσουν συχνότερα άνθρωποι που δε μπορούν να έχουν για διάφορους λόγους και εύκολα το βιβλίο σου στα χέρια τους. Είναι αρκετά νομίζω και ταυτόχρονα λίγα όλα αυτά που με απασχολούν, ώστε να μην χάνω άσκοπα το χρόνο μου με αδιάφορες εργασίες και δραστηριότητες. Τώρα που μεγαλώνω έχω κόψει κάθε άλλη δραστηριότητα, σχεδόν, εκτός από το διάβασμα και το γράψιμο.

8. Μιλήστε μας για το λογοτεχνικό σας έργο.

Δεν είμαι ο πλέον κατάλληλος να μιλήσω για μένα και για το έργο μου, αν είναι σημαντικό ή όχι ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, αν με ρωτάτε βέβαια κάτι τέτοιο. Αυτά θα τα πουν άλλοι, πολύ καλύτερα από εμένα και πολύ πιο ειδικοί, εκείνο που μπορώ να πω μόνο ο ίδιος είναι ότι προσπαθώ να κάνω ό,τι μπορώ, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μου και μόνο ο χρόνος, ο πανδαμάτωρ χρόνος κατά τον Ροΐδη, θα δείξει τι αξίζουν, αν πραγματικά αξίζουν κάτι, τα γραπτά μου.

9. Πείτε μας λίγα λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο που έχει τίτλο: «Φρυκτωρίες». 

Είναι μία ποιητική συλλογή με ποιήματα παλιά και καινούρια, μερικά από τα οποία υπήρχαν και σε προηγούμενες ποιητικές συλλογές, τώρα όμως, ξαναγραμμένα υπό ένα νέο πρίσμα, παρουσιάζονται σε νέα μορφή, αρκετά ενδιαφέρουσα, νομίζω, ως αποτέλεσμα της ωρίμανσης εμένα και της ποίησης που γράφω. Εδώ να προσθέσω ότι έχω το ιδίωμα, δεν ξέρω αν είναι μειονέκτημα ή πλεονέκτημα ή και τα δύο μαζί, να κοιτάζω και να ξανακοιτάζω πολλές φορές παλιά μου κείμενα και να τα διορθώνω, αν κάτι σε αυτά δεν με ικανοποιεί, να τα ξαναγράφω εν όλω ή εν μέρει, αδιαφορώντας αν έχουν ξαναδεί το φως της δημοσιότητας σε προγενέστερες δημοσιεύσεις. Σπανίως μπορώ να δω ένα κείμενό μου, και πολύ περισσότερο ένα ποίημά μου ως οριστικά τελειωμένο, ολοκληρωμένο σε σημείο τέτοιο που να μην επιδέχεται άλλης επέμβασης, αλλά πάντα το βλέπω σα να βρίσκεται σ’ ένα στάδιο επεξεργασίας από το οποίο πρέπει να αποχωρήσει το συντομότερο δυνατόν. Ίσως είναι ένα είδος ανασφάλειας αυτό, έλλειψη εμπιστοσύνης σε ό,τι βλέπουν τα μάτια μου κάθε φορά χωρίς να ικανοποιούμαι πλήρως από το αποτέλεσμα. Οι «Φρυκτωρίες» εκδόθηκαν το 2010 και από τότε δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας άλλο βιβλίο μου.

10. Ποια είναι η αγαπημένη σας ώρα μέσα στην ημέρα που κάθεστε και γράφετε;

Δεν υπάρχει τέτοια ώρα. Μπορώ να γράψω, και γράφω, οποιαδήποτε στιγμή και ώρα της ημέρας ή της νύχτας. Πολλές φορές μάλιστα με την παρουσία και άλλων ανθρώπων. Δεν είμαι και δεν ήμουν ποτέ ο μονήρης άνθρωπος που θα επιδιώξει την απομόνωση, μακριά από τους άλλους και τους θορύβους της πόλης, για να γράψει ένα κείμενο. Είμαι άνθρωπος του κόσμου και γι’ αυτό, ίσως, η παρουσία αγαπημένων ή άλλων προσώπων βοηθάει τη σκέψη μου να ξεδιπλωθεί ευκολότερα.

11.  Πως είναι η ζωή ενός λογοτέχνη στα χρόνια της κρίσης;

Θα έλεγα όπως και των άλλων ανθρώπων, ιδιαίτερα τώρα στα χρόνια της κρίσης, σκληρή και γεμάτη ελλείψεις και ανάγκες ανεκπλήρωτες. Η ζωή είναι το ίδιο σκληρή για όλους και ο λογοτέχνης δεν ήταν ποτέ κι ούτε θα γίνει ο ευνοούμενός της. Πόσοι δεν έζησαν άλλωστε μέσα στη δυστυχία, δημιουργώντας ένα σπουδαίο έργο με το οποίο προσπάθησαν να την κατανικήσουν.

12. Πως θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνική παραγωγή σήμερα;

Ως προς την ποιότητα όπως σε όλες τις εποχές, υπάρχει λογοτεχνία, υπάρχει παραλογοτεχνία, μικροί ή σπουδαίοι συγγραφείς, εν πάσει περιπτώσει μπορείς να βρεις τα πάντα σήμερα, ως προς την ποιότητα, ως προς την ποσότητα όμως η εποχή μας υπερέχει. Σήμερα γράφουν και διαβάζουν περισσότεροι και σε πολλές περιπτώσεις τα πρόσωπα αυτά ταυτίζονται.

13. Ποιο θεωρείτε πως είναι το μυστικό της επιτυχίας ενός Best Seller;

Μία κάποια ελαφρότητα στη γραφή για να είναι ευκολοχώνευτο. Πιο αναλυτικά να γίνεται κατανοητό, χωρίς μεγάλο κόπο, να μην χρειάζεται ο αναγνώστης να εμβαθύνει πολύ στο περιεχόμενο, γιατί τότε κουράζεται γρήγορα και το εγκαταλείπει αμέσως και με μεγάλη ευκολία, να περιλαμβάνει περιπετειώδεις και γλυκερές αισθηματικά σκηνές, ώστε να είναι διασκεδαστικό και να προσελκύει ένα ευρύτερο κοινό. Να περιέχει δηλαδή σελίδες που να μην σε αναγκάζουν να σκέφτεσαι και να βασανίζεις το μυαλό σου, να μην το κουράζεις δίχως αποχρώντα λόγο. Να το διαβάζεις χωρίς να χρειάζεσαι να ανοίγεις συνεχώς ένα δύσχρηστο λεξικό για να κατανοήσεις το κείμενο, συνεπώς ο συγγραφέας ατού του είδους θα πρέπει να κάνει χρήση περιορισμένου λεξιλογίου. Βέβαια υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, αλλά αυτές είναι για να  επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Μια φίλη μου μού ζήτησε κάποτε να της δανείσω ένα καλό βιβλίο για να διαβάσει, να απασχοληθεί καλύτερα στις διακοπές της κι εγώ της έδωσα το «Έγκλημα και Τιμωρία», το σπουδαίο αυτό μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι. Μου το επέστρεψε αγανακτισμένη μετά από δύο ημέρες, χωρίς να το διαβάσει και μόνο που δεν με έβρισε για το κακό που πήγα να της κάνω! Σου ζήτησα ένα καλό βιβλίο, μου είπε, κι εσύ μου έδωσες ένα που δεν διαβάζεται με τίποτα. Λες και ήθελες να με τιμωρήσεις για κάτι. Η έννοια «καλό» είχε προφανώς άλλη σημασία στο στόμα το δικό μου και το δικό της. Υπάρχουν και καλά βιβλία βέβαια που γίνονται Best-Seller, αλλά αυτό συμβαίνει πολύ σπάνια και αυτά τα έργα δεν τα ξεχνάει ποτέ κανείς, όπως κάνει με τα άλλα που μόλις περιέγραψα.

14. Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα στο έντυπο ή στο ηλεκτρονικό βιβλίο, εσείς ποιο θα επιλέγατε; 

Το έντυπο φυσικά που έχει, εκτός των άλλων, και μια κάποια σωματικότητα, αν μου επιτρέπετε τη λέξη. Μπορείς να το πάρεις στα χέρια σου, να το ξεφυλλίσεις με την άνεσή σου, να το γυρίσεις ανάποδα, αν το προτιμάς, να μυρίσεις τις τυπωμένες σελίδες του, το μελάνι, το χαρτί, να το χαϊδέψεις, να το νιώσεις με περισσότερες από μία αισθήσεις. Μπορείς να έχεις την ίδια αίσθηση με το ηλεκτρονικό βιβλίο; Θυμηθείτε στη μουσική ποια αίσθηση σας δίνει ένας δίσκος βινυλίου, όταν βλέπετε τη βελόνα να τρέχει πάνω του και τι ένα cd που απλά το ακούτε χωρίς να βλέπετε τίποτα. Εμείς άλλωστε μεγαλώσαμε με το έντυπο, με αυτό μάθαμε να ζούμε, παρόλο που χρησιμοποιούμε συχνά και τη σύγχρονη τεχνολογία γιατί μας διευκολύνει σε πολλά. Έτσι λοιπόν μάθαμε να ζούμε, με το έντυπο βιβλίο, εφημερίδα, περιοδικό, με αυτά θα εξακολουθήσουμε να ζούμε χωρίς να μπορεί κανείς να μας αποκαλέσει συντηρητικούς και αναχρονιστικούς. 

15.  Ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο λογοτέχνη;

Υπομονή, επιμονή, συνεχή μελέτη και δουλειά, πολλή δουλειά, απόρριψη ό,τι δεν τον ικανοποιεί και ανάγνωση σπουδαίων έργων της Λογοτεχνίας, Ελληνικής και παγκόσμιας και βέβαια να ξεκινάει πάντα από τους κλασικούς όλων των εποχών.  

16. Τώρα ας περάσουμε στην πλευρά του αναγνώστη. Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;

Το τελευταίο βιβλίο του Εμπειρίκου με την επιμέλεια του Γιώργη Γιατρομανωλάκη.

17. Ποια είναι τ’ αγαπημένα σας βιβλία;

Τα βιβλία των συγγραφέων που μόλις προανέφερα και πολλών άλλων που δεν ανέφερα τούτη τη στιγμή, αλλά με έχουν συγκινήσει στο παρελθόν κι ακόμη και εκείνα που θα με συγκινήσουν κάποια στιγμή στο μέλλον.

18. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;

Εμπειρίκος, Καζαντζάκης, Καβάφης, Σεφέρης, Τόμας Μαν, Ντοστογιέφσκι, Βίκτωρ Ουγκώ, Όμηρος, Αρχίλοχος, Σαπφώ, Αισχύλος, Ευριπίδης, Αριστοφάνης Βιργίλιος, Θερβάντες, Σαίξπηρ, Ουμπέρτο Έκο και άλλοι πολλοί.

19. Τελευταία ερώτηση. Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια στο χώρο της λογοτεχνίας;

Έχω έτοιμα αυτή τη στιγμή δύο μυθιστορήματα και δύο συλλογές διηγημάτων που ελπίζω να βρουν γρήγορα το δρόμο τους για το τυπογραφείο.


*     *     *





Νύχτες
(του Ανδρέα Φουσκαρίνη) 


Οι νύχτες είναι ψυχρές, παγωμένες,
οι ποδηλάτες πριν απ’ το τέρμα
λύνουν τα κορδόνια τους κι εγκαταλείπουν οριστικά τον αγώνα.
Οι θεατές μάταια περιμένουν να τους επευφημήσουν.
Άλλοι μιλάνε για στημένους αγώνες,
για την απεμπόληση των δικαίων,
των ιερών και οσίων.
Ο αλυτάρχης είναι νεκρός, οι κριτές
μελετούν τις σημειώσεις τους,
τις λεπτομέρειες εκείνες που θα τους επιτρέψουν
να γίνει ο αγώνας δίχως αθλητές.
Η νύχτα φεύγει,
το φως της μέρας διαλύει τη σύναξη.
Ο καθένας τραβάει το δρόμο του.
Είναι κάτι μέρες ηλιόλουστες
που δεν ξέρεις πώς ν’ αντικρίσεις τον ήλιο
και κλείνεσαι στο καβούκι σου σαν τη χελώνα,
μετρώντας τις μέρες που περάσανε,
μετρώντας τις μέρες που σου απομένουν,
να γίνεις ένα με τις νύχτες,
που είναι ψυχρές, παγωμένες,
χωρίς αθλητές, ποδηλάτες, κριτές και κοινό.
Τις νύχτες που λύνεις και συ τα κορδόνια σου
και αγγίζεις επί τέλους το τέρμα.





Έρως
(του Ανδρέα Φουσκαρίνη) 


Έρως ανίκατε μάχαν!
Πόσες φορές νικήθηκε αρχαίε ποιητή;
Το ξέρεις;
Πόσες φορές επήρε λάθος δρόμο
κι η μάχη έγινε αλλού
στην πλήρη απουσία του;
Η ιστορία του ανθρώπου αποτελείται
από μάχες που δεν έγιναν ποτέ,
κάποιες που τις φαντάστηκε τον στοίχειωσαν
κι έκτοτε σέρνει το κουφάρι του,
σαν ηθοποιός στο τέλος της καριέρας του,
που καρτερεί το θάνατο να τον λυτρώσει,
να βάλει τέλος στα διλήμματα και τις περιστροφές.
Ο έρωτας στα διάκενα της μνήμης
παίζει κι αυτός το ρόλο του αθέατος
καθώς το πλήθος στρέφει τελικά αλλού την προσοχή του.   




Μια μικρή και ασήμαντη ερωτική ιστορία
(του Ανδρέα Φουσκαρίνη) 


    Είναι η δεύτερη φορά που η ιστορία αυτή έρχεται στο προσκήνιο, την πρώτη ως ποίημα με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Φυγή», που δημοσιεύτηκε μάλιστα στην πρώτη μου και τελευταία ποιητική συλλογή, και τώρα στην πραγματική της διάσταση ως διήγημα. Δεν ξέρω τι με συγκινεί περισσότερο σ’ αυτήν ώστε να την αφηγούμαι για δεύτερη φορά! ΄Ισως το ασήμαντο της πλοκής της, η ανυπαρξία στην πραγματικότητα πλοκής και γεγονότων, η έφεσή μου, ίσως, στην αφήγηση μικρών περιστατικών της καθημερινότητας χωρίς ανούσιες ρητορείες και ανόητους βερμπαλισμούς ή ατελέσφορα ηθικοπλαστικά διδάγματα που, πέραν των παιδαγωγών και των ιερωμένων ή των στρατιωτικών, κανέναν άλλον δεν ενδιαφέρουν.   
   ΄Όλα είναι απλά και διαδραματίζονται πολύ απλά, όπως συνηθίζεται σήμερα στους νέους μας, που επικοινωνούν πολύ ευκολότερα μεταξύ τους από όσο οι προηγούμενες γενιές. Βρισκόμαστε στην Αθήνα, πριν από κάμποσα χρόνια. Μήνας Ιανουάριος, στην οδό των Φιλελλήνων, στο δρόμο ακριβώς που αναφέρεται και το ομώνυμο κείμενο του Ανδρέα Εμπειρίκου σε άλλη εποχή και σε άλλο χρόνο. Είναι νύχτα, πέφτει ψιλό χιονόνερο, το κρύο διαπεραστικό, ο κόσμος λιγοστός, βιαστικός κι αδιάφορος για όσα γίνονται γύρω του. ΄Όλα τόσο διαφορετικά  από όσα μας περιγράφει ο Εμπειρίκος στο προαναφερθέν αριστούργημά του.
   Εκείνη τη νύχτα, λοιπόν, διάλεξε να βγει το άγνωστό μου κορίτσι στους δρόμους της Αθήνας. Ποτέ δεν έμαθα τ’ όνομά της. Δεν νομίζω όμως ότι χρειάζεται κιόλας. Γιατί τι σημασία θα είχε ένα συγκεκριμένο όνομα στην ολοκλήρωση μιας τέτοιας αφήγησης;  Η έλλειψη εξάλλου του ονόματος μπορεί να αναγκάσει τον αναγνώστη να γενικεύσει το γεγονός και να βρει έτσι νοήματα κρυφά που η ίδια η ιστορία από φυσικού της είναι αδύνατο να εμπεριέχει κι ούτε ο συγγραφέας της επιθυμεί να περιέχει. 
   Η εκλογή της συγκεκριμένης νύχτας για έξοδο από την κοπέλα δεν ήταν τυχαία. Την επομένη θα έφευγε για πάντα από την Ελλάδα, έτσι το είχε αποφασίσει, για κάποια χώρα της Βόρειας Ευρώπης, δεν θυμάμαι ποια πλέον, και δεν θα ξαναγύριζε ποτέ πίσω, προφανώς, γιατί έτσι θα επέβαλλαν οι βιοτικές της ανάγκες ή κάποιες πιθανές απογοητεύσεις. Δεν είχε τίποτα να την κρατάει εδώ και τώρα ήταν πολύ αργά για να βρεθεί κάτι τόσο ισχυρό, ώστε να αλλάξει τις αποφάσεις της. Βγήκε, λοιπόν, για τελευταία φορά να διασκεδάσει στη χειμωνιάτικη Αθήνα, να την δει ακόμα μια φορά, να πάρει μαζί της ό,τι μπορεί περισσότερο απ’ αυτήν, γιατί, κακά τα ψέματα, την αγαπούσε πολύ κι ας την εγκατέλειπε.
   Τη στιγμή, που μας ενδιαφέρει, βρίσκεται ολομόναχη στην οδό των Φιλελλήνων, γράφοντας με το κορμί της τεράστια οχτάρια στον παγωμένο δρόμο. Τα είχε πιει για τα καλά με την επίσκεψή της σε τέσσερα μικρά μπαρ της περιοχής, φτιαγμένα ειδικά για μοναχικούς ανθρώπους και άμαθη, καθώς ήταν, στο ποτό, βρέθηκε σε λίγο ζαλισμένη στο δρόμο, βυθισμένη όμως ταυτόχρονα μέσα σ’ ένα σύννεφο γλυκειάς χαύνωσης.
   Εκεί την συνάντησε το αγόρι, φίλος καλός από τα χρόνια του στρατού, φτασμένος και διάσημος ζωγράφος σήμερα από τον οποίο πληροφορήθηκα τα όσα αφηγούμαι σήμερα. ΄Εκανε, λοιπόν, κι αυτός τα δικά του οχτάρια στο δρόμο, είχε την ίδια ψυχική διάθεση κι εκείνος, έφευγε για την αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση απ’ την κοπέλα, μια κοντινή μας χώρα της Νότιας Ευρώπης, για να συνεχίσει τις σπουδές του στη ζωγραφική.
   Εκεί συναντήθηκαν, έξω από την Ρωσική εκκλησία, κοιτάχτηκαν, δεν γνωρίζονταν βέβαια αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε σε τίποτα ώστε να περάσουν μαζί ολόκληρη την υπόλοιπη νύχτα και ν’ αποχωριστούν την επομένη το πρωί απλά και φιλικά, έτσι όπως απλά γνωρίστηκαν και να τραβήξει ο καθένας το δρόμο του, κουβαλώντας, ενδεχομένως μια γλυκιά ανάμνηση της τελευταίας στιγμής μαζί του.
   Δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ, κανείς τους δεν έμαθε ποτέ τι απόγινε ο άλλος, δεν σκέφτηκαν ούτε τ’ όνομά τους να ρωτήσουν, η νύχτα εκείνη η παγερή τους άσκησε μια τέτοια μαγεία που ξέχασαν ακόμα και τα πιο απλά, όπως το όνομα ενός ανθρώπου με τον οποίο πέρασαν τόσες ώρες μαζί.
   Δεν ξέρω, τελικά, για το κορίτσι, για το αγόρι, όμως, που επέστρεψε αργότερα στην πατρίδα του, ζωγράφος σήμερα από όλους αναγνωρισμένος, τα πράγματα δεν φάνηκαν να είναι τόσο απλά. «Δεν ξέρω τι μου συνέβη», μου είπε μια μέρα που είμαστε οι δυο μας σε μια παραλία της Αθήνας, «την σκέπτομαι συνέχεια, την έχω πάντα στην καρδιά μου, η εικόνα της δεν λέει να σβηστεί απ’ το μυαλό μου. Δεν ξέρω τι μπορώ να κάνω πια, νομίζω ότι την αγάπησα πολύ».
   ΄Ισως γι’ αυτό γράφω κι εγώ σήμερα αυτή την ιστορία για να τον βοηθήσω. Πού ξέρεις! Μπορεί να πέσει στα χέρια της και να την διαβάσει, μπορεί να βρίσκεται κι αυτή εδώ απογοητευμένη από το κρύο του Βορρά και να αισθάνεται τα ίδια! Ευχής έργο θα ήταν και την παρακαλώ θερμά γι’ αυτό, να επικοινωνήσει μαζί μου.
   Πού ξέρεις! Μπορεί ο φίλος μου να έβρισκε και πάλι τον εαυτό του μαζί με τη γυναίκα. ΄Αλλωστε, η ζωή δεν είναι μόνο ζωγραφική, ακόμα και για τον πιο μονόχνοτο ζωγράφο, κι οι αναμνήσεις ή σε ζωντανεύουν ή σε πεθαίνουν και ο άνθρωπος κάποιες φορές ξαναγεννιέται απ’ την αρχή, σαν το μυθικό πουλί, το φοίνικα, ελεύθερος και ωραίος.


*     *     *





ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΝΔΡΕΑ ΦΟΥΣΚΑΡΙΝΗ


   Ο Ανδρέας Φουσκαρίνης γεννήθηκε στην Ανδραβίδα της Ηλείας τον Σεπτέμβριο του 1948, όπου ζει μέχρι σήμερα ως συνταξιούχος. Εργάστηκε για 36 συναπτά έτη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δημόσια και ιδιωτική. Έφυγε ως διευθυντής του Γενικού Λυκείου Ανδραβίδας. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο  Πανεπιστήμιο της Αθήνας ενώ το σχολικό έτος 1985-1986 φοίτησε στη Σχολή Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης της Πάτρας. Παράλληλα δίδαξε για κάμποσα χρόνια σε Κ.Ε.Κ. του Πύργου σε θέματα πολιτισμού, Ιστορίας, Λαογραφίας και διαχείρισης ανθρώπινων πόρων.
   Ασχολείται με την Λογοτεχνία από τα μαθητικά του χρόνια ενώ  έχει δημοσιεύσει κείμενά του από την εποχή που ήταν ακόμη φοιτητής σε διάφορα έντυπα του κέντρου και της περιφέρειας.
   ΄Εχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Πρελούντιο», 1980. «Συμπληγάδες Πέτρες και άλλα συναφή», 1982. «Περικαλλείς διηγήσεις Χριστοφόρου του Πατζινακίτου», 1983. Επίσης, την «Ανθολογία Ηλείων Λογοτεχνών», 1981 με τη συνεργασία των : Γιώργου Γώτη και Διονύση Κράγκαρη, τη μελέτη : «Η ανολοκλήρωτη κοινωνία του Μεσοπολέμου στο βιβλίο του Δημήτρη Χατζή: Το Τέλος της Μικρής μας Πόλης», 1990, την ποιητική συλλογή «Φρυκτωρίες», 2010 και τον τόμο: «΄Ανθη της Εσπερίας»,1994 που περιλαμβάνει μεταφράσεις ποιημάτων του  Έλιοτ, του Πάουντ, του Πρεβέ, του Απολλιναίρ, της Πλαθ, του Λήβι, του Αρχίλοχου του Πάριου και άλλων.
   ΄Εχει συνεργαστεί στην έκδοση των περιοδικών εντύπων: «Ανδρέας Καρκαβίτσας» και «Διάλογος» της Μορφωτικής ΄Ενωσης Λεχαινών, «Εκ Παραδρομής» της Πολιτιστικής Εταιρίας «Φράγμα» και «Δροσελή» της Κίνησης των Πολιτών για την Οικολογία και το Περιβάλλον των Λεχαινών.
   Κείμενά του βρίσκονται δημοσιευμένα στα περιοδικά: «Διαβάζω», «Ανδρέας Καρκαβίτσας», «Διάλογος», «Εκ Παραδρομής», «Δροσελή», «Αλφειός» Πύργου, «Υδρία» Πατρών, «Ηπειρωτική Εστία» Ιωαννίνων, «Οροπέδιο», «Ηλειακή Πρωτοχρονιά-Ηλειακό Πανόραμα», «Εμβόλιμον», καθώς και σε άλλα έντυπα και εφημερίδες του Εσωτερικού και Εξωτερικού. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά.
   ΄Εχει για έκδοση ακόμη μια συλλογή διηγημάτων καθώς και μια νέα ανέκδοτη ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Νύχτες»» και τα μυθιστορήματα «Τη νύχτα που σκοτώσαν το Μιχάλη» και «Ο ΄Εγκλειστος της Απάμειας». ΄Εχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς διάφορα ψευδώνυμα, μεταξύ των οποίων και τα: «Αρχίλοχος Ναβίδης», «Σεβαστοκράτωρ Σεβαστιανός Δοριάλωτος» και άλλα.   
   Για χρόνια κρατούσε τη στήλη του χρονογραφήματος στην εφημερίδα «Πρωινή»  του Πύργου, ενώ παράλληλα δημοσίευε  και άλλου είδους κείμενά του στην εν λόγω εφημερίδα. ΄Εχει διατελέσει διευθυντής πολιτισμού και αθλητισμού στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηλείας για ένα χρόνο μετά τον οποίο παραιτήθηκε γιατί η αποτυχία του εγχειρήματος ήταν μεγάλη.





*     *     *


ΑΝ ΘΕΣ ΚΑΙ ΣΥ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΑΣΧΕΙΣ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ: 

ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ

ΚΑΙ ΣΤΗΝ 

ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΧΡΟΝΩΝ 

ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

ΠΑΤΗΣΕ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μανιφέστο